Τα αποτελέσματα μελέτης για τις διατροφικές συνήθειες σε επτά χώρες, που αναδεικνύει την αξία της κρητικής διατροφής και εξηγεί τη μακροβιότητα των Κρητικών, παρουσιάσθηκαν σε εσπερίδα, την οποία διοργάνωσε ο Δήμος Μινώα Πεδιάδας, με θέμα την κρητική διατροφή, στα πλαίσια της 10ης Παγκρήτιας Αγροτικής - Εμπορικής Έκθεσης Αρκαλοχωρίου.
Τη μελέτη παρουσίασε η διαιτολόγος - διατροφολόγος και μέλος του ειδικού διδακτικού - εργαστηριακού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κρήτης Γιάννα Αποστολάκη. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν, η μελέτη, που βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, ξεκίνησε το 1960 όταν ο Δρ Ancel Keys, ειδικός καρδιολόγος από τη Μινεσότα, την επινόησε για να ερευνήσει τη σχέση διατροφής και καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Στη μελέτη συμμετείχαν 13.000 άνδρες ηλικίας 40-59 ετών από τη Φιλανδία, την Ολλανδία, την Ιαπωνία, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, την Ελλάδα (Κρήτη και Κέρκυρα), την Ιταλία και τη Γιουγκοσλαβία.
Τριανταένα χρόνια μετά, δηλαδή το 1991, ο Τομέας Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης με υπεύθυνο τον καθηγητή Αντώνη Καφάτο, ανέλαβε την επανεξέταση των συμμετεχόντων στην έρευνα, διαπιστώνοντας ότι το 50% των Κρητικών που συμμετείχαν βρίσκονταν ακόμα εν ζωή, ενώ στη Φιλανδία δεν υπήρχαν επιζώντες. Σήμερα στην Κρήτη εξακολουθούν να βρίσκονται εν ζωή 30 άτομα.
Οι συγκρίσεις μεταξύ των διαφόρων πληθυσμών έδειξαν ότι ο πληθυσμός της Κρήτης παρουσίαζε την καλύτερη κατάσταση υγείας και τα μικρότερα ποσοστά θνησιμότητας από στεφανιαία νόσο και καρκίνο σε σχέση με όλους τους άλλους πληθυσμούς που μελετήθηκαν.
Η μελέτη αναδεικνύει τη διατροφική αξία του ελαιολάδου, ενώ, παράλληλα, λαμβάνει υπόψη της τόσο τη σημασία του διαιτολογίου των Κρητικών (π.χ. άφθονα άγρια χόρτα, λαχανικά, φρούτα, σαλιγκάρια, όσπρια, γαλακτοκομικά, λίγο κρέας κ.α.) όσο και τον τρόπο παρασκευής του γεύματος, που ήταν απλός και δεν κάλυπτε τη γεύση της πρώτης ύλης.